Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Wolf Vostell: Μια τέχνη για την ανθρώπινη συμπεριφορά


Ο Wolf Vostell (1932-1998), υπήρξε από τους πρωτοποριακούς καλλιτέχνες του 20ου αιώνα και ήδη η τέχνη του έχει αποκτήσει παρόμοια έκταση στη διεθνή βιβλιογραφία με το έργο των Marcel Duchamp, Robert Rauschenberg και Joseph Beuys. Η δράση του υπήρξε πολυσχιδής: ‘de-coll/ age’, δρώμενα, κονσέρτα, περιβάλλοντα, σχέδια, ντιζάιν, χαρακτικά, ζωγραφική, καθημερινά αντικείμενα, γλυπτική, θέατρο, σκηνογραφία, μουσική, βίντεο χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή του έργου του.
Στα μέσα της δεκαετίας του’50, με τη επίδραση των ΗΠΑ εμφανή στην πολιτιστική καθημερινότητα του Ευρωπαίου ο οποίος ζούσε στην ψυχολογία του ‘ψυχρού πολέμου’, ο Vostell ξεκίνησε μια σειρά δημόσιων εμφανίσεων επικρίνοντας με δριμύτητα την νέα ‘οπτική εμπειρία της πόλης’ και την ταχύτητα με την οποία πραγματοποιούνταν οι μεταβολές. Στο στόχαστρό του βρέθηκε η μαζικότητα της επικοινωνίας, της κατανάλωσης, της αισθητικής που χαρακτήριζε την νέα υλική πραγματικότητα. Τότε, όπως και ο Κορεάτης Nam June Paik χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά την τηλεόραση ως μέσον και θέμα των καλλιτεχνικών τους δράσεων.
Η τεχνοφοβία της εποχής, ο υπαρξιακός πεσιμισμός σαν φιλοσοφία ζωής, η ιδεολογική σύγκρουση που παρήγαγε ο ψυχρός πόλεμος, η ανθρώπινη απομόνωση, η βαναυσότητα των ανθρώπινων σχέσεων, το περιθώριο, τα καθημερινά γεγονότα στους δρόμους, στα αεροδρόμια, στα σούπερ μάρκετ υπήρξαν θέματα τα οποία διαπραγματεύτηκε στα συμβάντα (happenings) και τις δράσεις (performances) που ανέπτυξε στα πλαίσια του φιλοσοφικού καλλιτεχνικού κινήματος για τη ζωή, το Fluxus και στην σειρά ‘de-coll/ age’, από το 1954.
Η λέξη ‘de-coll/ age’ ήταν καινούργια στο καλλιτεχνικό λεξιλόγιο της εποχής, και εκτός από την τεχνική διαδικασία του σχισίματος και της αποκόλλησης αφισών, της έδωσε πολιτικό και φιλοσοφικό νόημα ώστε να περιγράψει τη διαδικασία της αποσύνθεσης στον τρόπο που ζει ο δυτικός άνθρωπος μετά το 1950. Ο Vostell, ανήγαγε την τεχνική του ‘de-coll/ age’ σε φιλοσοφικό αξίωμα. Στη διάρκεια 40 χρόνων καλλιτεχνικής δράσης, από το 1950 και μέχρι το θάνατό του, ειρωνικός και οξυδερκής κριτής και επικριτής των πολιτικών συνθηκών του δυτικού ανθρώπου επιχείρησε να μετατρέψει σε συνειδητές καταστάσεις τα στοιχεία εκείνα που χαρακτηρίζουν την καθημερινότητα αλλά στην πραγματικότητα αποσυνθέτουν αντί να φέρνουν κοντά στο στόχο της την ανθρώπινη ύπαρξη. Πίστευε ότι η τέχνη με την ζωή ήταν ταυτόσημες (ΖΩΗ = ΤΕΧΝΗ = ΖΩΗ) και γι’ αυτό ανέπτυξε με εμμονές το καλλιτεχνικό του έργο πάνω στα φαινόμενα της ζωής και του θανάτου, του χρόνου, της βίας και της καταστροφής, του χάους και των ποικίλων ορατών και απροσδιόριστων αντιθέσεων. Κάθε ανθρώπινη πράξη, έλεγε ότι μπορεί να αναχθεί στη σφαίρα του έργου τέχνης αν ορίζεται από την λογική και την αυτοπειθαρχία. Γι’ αυτό και η ενότητα ‘de-coll/age’ είναι μια μελέτη πάνω σε οτιδήποτε στρέφεται κατά της αρμονίας και του ρυθμού προκαλώντας την κακοφωνία και το χάος. Δομικά στοιχεία της σειράς ήταν ανόμοια πράγματα και καταστάσεις, χωρίς λογική σχέση ανάμεσά τους που διαταράσσουν τη αντίδραση του νου και προκαλούν τον ψυχολογικό και διανοητικό αποσυντονισμό του δυτικού ανθρώπου και τελικά την αποσύνθεση της ζωής.
Στην εκτενή σειρά Automobile (1974-88) με περιβάλλοντα, εγκαταστάσεις και δημόσια μνημεία επεξεργάστηκε την έννοια του χρόνου μέσω της τσιμεντοποίησης και του τρακαρισμένου αυτοκινήτου. Επίσης, στο happening «στην Ulm, γύρω από την Ulm, στα περίχωρα της Ulm» επεξεργάστηκε την έννοια της βίας και τη δυνατότητα των ανθρώπων να τη βιώνουν σε καθημερινό επίπεδο. Γι’ αυτό, μετέφερε σε ένα λεωφορείο τους συμμετέχοντες σε 24 περιοχές της Ulm όπου ανάμεσα στα άλλα επισκέφτηκαν ένα νεκροταφείο αυτοκινήτων, ένα πλυντήριο αυτοκινήτων, παρακολούθησαν ένα κονσέρτο με τρία καταδιωκτικά αεροσκάφη, συμμετείχαν σε ένα γεύμα σε σφαγείο.
Ο Vostell αγαπούσε το έργο του Hieronymous Bosch ο οποίος είχε απεικονίσει την τρέλα του ανθρώπου και καθώς ο ίδιος διακατεχόταν από τον φόβο του κενού, του άδειου και της απομόνωσης παρήγαγε ένα τεράστιο έργο που χαρακτηρίστηκε ‘μπαρόκ’ και ‘μαξιμαλιστικό’. Μπαρόκ επειδή συνέδεσε την έκφραση των δρώμενων (happenings) με την θεατρικότητα. Μαξιμαλιστικό επειδή τα περιβάλλοντα και τα μνημεία που έφτιαξε είναι ογκώδη και επεκτείνονται δυναμικά στον χώρο ώστε συχνά να απειλούν τον θεατή και να επεμβαίνουν βίαια στην ψυχολογία του. Επίσης, επειδή, από το 1958 - 1998, ο Vostell είχε δείξει έργα του σε περισσότερες από 200 ατομικές εκθέσεις στην Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική, συμμετείχε σε περισσότερες από 750 ομαδικές εκθέσεις, πραγματοποίησε 51 δρώμενα (1954-88), έδωσε πέντε προ-Fluxus κονσέρτα (1960-62). Από τα Fluxus κονσέρτα της περιόδου 1962-94 έχουν διασωθεί τα ντοκουμέντα 30 μόνον κονσέρτων.
Στο λεξιλόγιο του περιέλαβε τις ελληνικές λέξεις ουτοπία, ενέργεια, αποκάλυψη, μανία, εικονογραφία, φαινόμενα και έκανε αναφορές στον Αχιλλέα, τον Διογένη, και τη Νίκη της Σαμοθράκης γεγονός που δείχνουν τόσο την ελληνική-λατινική κουλτούρα όσο και την μεσογειακή ιδιοσυγκρασία που τον διέκρινε.
Το 1992, προς τιμήν του, οργανώθηκε παράλληλα σε έξη μουσεία της Γερμανίας η μεγαλύτερη αναδρομική ζώντος έκθεση του καλλιτέχνη με έργα της περιόδου 1954-1992. Το 1994 εγκαινίασε το μουσείο του με την επωνυμία Museo Vostell Malpartide de Caceres.
(Γκαλερί της Έρσης, 2006)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου